Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

η δασώδης περιοχή

См. также в других словарях:

  • δασώδης, -ης, -ες — γεν. ους, αιτ. η, πληθ. ουδ. η,  δασόφυτος, γεμάτος δάση: Για να φτάσουμε στον προορισμό μας περάσαμε από μια δασώδη περιοχή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Μπουρκίνα Φάσο — Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα ΒΑ με τον Νίγηρα, στα ΒΔ με το Μάλι, στα Να με την Ακτή του Ελεφαντοστού και στα Ν με την Γκάνα, το Τόγκο και την Μπενίν.H M.Φ. δημιουργήθηκε το 1960 από τον διαμελισμό της Γαλλικής Δυτικής Aφρικής και… …   Dictionary of Greek

  • αιμός — I Ορεινό σύστημα της νότιας Ευρώπης, το οποίο εκτείνεται με κατεύθυνση από τα Α προς τα Δ, κυρίως στο κεντρικό τμήμα της Βουλγαρίας. Οι οροσειρές αυτές, που εκτείνονται σχεδόν παράλληλα προς τη ροή του Δούναβη σε μήκος 600 χλμ., φτάνουν προς τα Δ …   Dictionary of Greek

  • δρυμός — Ονομασία πέντε οικισμών. 1. Ημιορεινή κωμόπολη (υψόμ. 200 μ., 2.439 κάτ.) του νομού Θεσσαλονίκης. Βρίσκεται 18 χλμ. Β της πόλης της Θεσσαλονίκης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μυγδονίας. Παλαιότερα ονομαζόταν Δρυμίγκλαβα. 2. Πεδινός οικισμός… …   Dictionary of Greek

  • πάρκο — το 1. μικρό τεχνητό δάσος, άλσος, αλσύλλιο 2. μεγάλος δημόσιος κήπος που προορίζεται για περίπατο ή αναψυχή 3. μεγάλη δεντροφυτεμένη έκταση μέσα σε πόλη ή γύρω από μιαν έπαυλη ή έναν πύργο 4. μεγάλη δασώδης περιοχή που προορίζεται για αναψυχή και …   Dictionary of Greek

  • σάλτον — τὸ, Μ δασώδης περιοχή. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. saltus «άλσος, δάσος»] …   Dictionary of Greek

  • ορμάνι — το (λ. τουρκ.), δάσος, δασώδης περιοχή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

  • λίβανος — Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β, Α και ΝΑ με τη Συρία, στα Ν με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Δ από τη Μεσόγειο θάλασσα.Περιλαμβανόμενη μεταξύ της οροσειράς του Aντιλιβάνου και της Mπαχρ ελ Mουτεουάσιτ, η Δημοκρατία …   Dictionary of Greek

  • Κονγκό, Δημοκρατία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Κονγκό Συμβατική ονομασία: Κονγκό Μπραζαβίλ Παλαιότερη ονομασία: Γαλλικό Κονγκό (1910 60) / Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (1960 91) Έκταση: 324.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 2.958.000 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Μπραζαβίλ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»